Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

διστεγία
δίστεγος
διστεφής
διστιχία
δίστιχος
διστοιχία
δίστοιχος
δίστολος
δίστομος
διστραλίον
δίστροφος
δισυλλαβέω
δισυλλαβία
δισύλλαβος
δισύναπτος
δισυνεγγυάω
δισύπατος
δισχιδής
δισχιδόν
δισχιλιάς
δισχίλιοι
View word page
δίστροφος
doubly twisted

ShortDef

doubly twisted

Debugging

Headword:
δίστροφος
Headword (normalized):
δίστροφος
Headword (normalized/stripped):
διστροφος
IDX:
23413
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-23414
Key:

Data

{'content': 'doubly twisted'}