Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

δισσοτόκος
δισσοφυής
δίσταγμα
διστάδιος
διστάζω
διστακτικός
διστάσιος
διστεγία
δίστεγος
διστεφής
διστιχία
δίστιχος
διστοιχία
δίστοιχος
δίστολος
δίστομος
διστραλίον
δίστροφος
δισυλλαβέω
δισυλλαβία
δισύλλαβος
View word page
διστιχία
double row

ShortDef

double row

Debugging

Headword:
διστιχία
Headword (normalized):
διστιχία
Headword (normalized/stripped):
διστιχια
IDX:
23406
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-23407
Key:

Data

{'content': 'double row'}