Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
δισσογονέω
δισσογραφία
δισσολογέω
δισσολογία
δισσολόγος
δισσοποιός
δισσός
δισσοτόκος
δισσοφυής
δίσταγμα
διστάδιος
διστάζω
διστακτικός
διστάσιος
διστεγία
δίστεγος
διστεφής
διστιχία
δίστιχος
διστοιχία
δίστοιχος
View word page
διστάδιος
two stadia long
ShortDef
two stadia long
Debugging
Headword:
διστάδιος
Headword (normalized):
διστάδιος
Headword (normalized/stripped):
δισταδιος
IDX:
23399
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-23400
Key:
Data
{'content': 'two stadia long'}