Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

Δίρκη
δίρραβδος
διρρυμία
δίρρυμος
δίς
δίσαβος
δισάκκιον
δισάρπαγος
δισεβδομηκοντάπηχυς
δισέβδομος
δισέκγονοι
δισεξάδελφος
δίσευνος
δίσημος
δισθανής
δισιτέομαι
δισκεύς
δισκευτής
δισκεύω
δισκέω
δίσκημα
View word page
δισέκγονοι
second cousins

ShortDef

second cousins

Debugging

Headword:
δισέκγονοι
Headword (normalized):
δισέκγονοι
Headword (normalized/stripped):
δισεκγονοι
IDX:
23359
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-23360
Key:

Data

{'content': 'second cousins'}