Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

διπυρίτης
δίπυρος
δίπωλος
Διρκαῖος
Δίρκη
δίρραβδος
διρρυμία
δίρρυμος
δίς
δίσαβος
δισάκκιον
δισάρπαγος
δισεβδομηκοντάπηχυς
δισέβδομος
δισέκγονοι
δισεξάδελφος
δίσευνος
δίσημος
δισθανής
δισιτέομαι
δισκεύς
View word page
δισάκκιον
saddle-bag, panniers

ShortDef

saddle-bag, panniers

Debugging

Headword:
δισάκκιον
Headword (normalized):
δισάκκιον
Headword (normalized/stripped):
δισακκιον
IDX:
23355
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-23356
Key:

Data

{'content': 'saddle-bag, panniers'}