Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

διπτυχίζω
δίπτυχος
δίπτωτος
δίπυλος
διπυργία
διπύρηνος
διπυρίτης
δίπυρος
δίπωλος
Διρκαῖος
Δίρκη
δίρραβδος
διρρυμία
δίρρυμος
δίς
δίσαβος
δισάκκιον
δισάρπαγος
δισεβδομηκοντάπηχυς
δισέβδομος
δισέκγονοι
View word page
Δίρκη
Dirce

ShortDef

Dirce

Debugging

Headword:
Δίρκη
Headword (normalized):
δίρκη
Headword (normalized/stripped):
διρκη
IDX:
23349
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-23350
Key:

Data

{'content': 'Dirce'}