Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
Αἴσηπος
αἰσθάνομαι
αἴσθημα
αἰσθησία
αἰσθησίη
αἴσθησις
αἰσθητήριον
αἰσθητής
αἰσθητικός
αἰσθητός
ἀΐσθω
ἀίσθω
αἰσιμία
Αἰσιμίδης
αἴσιμος
αἰσιμῶ
αἰσιομήτης
αἰσιόομαι
αἰσιοποιέω
αἴσιος
Αἶσις
View word page
ἀΐσθω
breathe out
ShortDef
breathe out
Debugging
Headword:
ἀΐσθω
Headword (normalized):
ἀΐσθω
Headword (normalized/stripped):
αισθω
IDX:
2333
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-2334
Key:
Data
{'content': 'breathe out'}