Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

διπλόθριξ
διπλοίς
διπλοΐς
διπλοϊσότης
διπλοκάριος
διπλοκεράμιον
διπλόος
διπλόρους
διπλοσήμαντος
διπλόω
διπλῳδέομαι
δίπλωμα
δίπλωσις
δίπνοος
διπόδης
διποδία
διποδιάζω
διποληΐς
Διπολίεια
δίπολις
διπολίτης
View word page
διπλῳδέομαι
recur

ShortDef

recur

Debugging

Headword:
διπλῳδέομαι
Headword (normalized):
διπλῳδέομαι
Headword (normalized/stripped):
διπλωδεομαι
IDX:
23317
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-23318
Key:

Data

{'content': 'recur'}