Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
δίπαις
διπάλαιστος
δίπαλτος
δίπελμος
διπενθημιμερής
δίπηχυς
διπλάδιος
διπλάζω
δίπλαξ
διπλασιάζω
διπλασιασμός
διπλασιαστικός
διπλασιεπιδίμοιρος
διπλασιεπιδίτριτος
διπλασιεπίεκτος
διπλασιεπίπεμπτος
διπλασιεπιτέταρτος
διπλασιεπιτετραμερής
διπλασιεπιτριμερής
διπλασιεπιτριτέταρτος
διπλασιεπίτριτος
View word page
διπλασιασμός
doubling
ShortDef
doubling
Debugging
Headword:
διπλασιασμός
Headword (normalized):
διπλασιασμός
Headword (normalized/stripped):
διπλασιασμος
IDX:
23280
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-23281
Key:
Data
{'content': 'doubling'}