Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

Διότιμος
διότιπερ
Διοτρέφης
διοτρεφής
Διοτρόφος
διούγκιον
διουργέω
διουρέω
διουρητικός
διουρίζω
διοχετεία
διοχετεύω
διοχεύομαι
διοχή
διοχλέω
διόχλησις
διοχλίζω
δίοψις
δίπαις
διπάλαιστος
δίπαλτος
View word page
διοχετεία
irrigation-works

ShortDef

irrigation-works

Debugging

Headword:
διοχετεία
Headword (normalized):
διοχετεία
Headword (normalized/stripped):
διοχετεια
IDX:
23262
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-23263
Key:

Data

{'content': 'irrigation-works'}