Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

διοτιδήποτε
Διοτίμα
Διότιμος
διότιπερ
Διοτρέφης
διοτρεφής
Διοτρόφος
διούγκιον
διουργέω
διουρέω
διουρητικός
διουρίζω
διοχετεία
διοχετεύω
διοχεύομαι
διοχή
διοχλέω
διόχλησις
διοχλίζω
δίοψις
δίπαις
View word page
διουρητικός
diuretic

ShortDef

diuretic

Debugging

Headword:
διουρητικός
Headword (normalized):
διουρητικός
Headword (normalized/stripped):
διουρητικος
IDX:
23260
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-23261
Key:

Data

{'content': 'diuretic'}