Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

διόστεος
διοσφραίνω
διότι
διοτιδήποτε
Διοτίμα
Διότιμος
διότιπερ
Διοτρέφης
διοτρεφής
Διοτρόφος
διούγκιον
διουργέω
διουρέω
διουρητικός
διουρίζω
διοχετεία
διοχετεύω
διοχεύομαι
διοχή
διοχλέω
διόχλησις
View word page
διούγκιον
weight of two ounces

ShortDef

weight of two ounces

Debugging

Headword:
διούγκιον
Headword (normalized):
διούγκιον
Headword (normalized/stripped):
διουγκιον
IDX:
23257
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-23258
Key:

Data

{'content': 'weight of two ounces'}