Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

διοσκέω
Διοσκόρειον
Διόσκοροι
διοσκουριασταί
δίοσμος
διόσπυρον
διόστεος
διοσφραίνω
διότι
διοτιδήποτε
Διοτίμα
Διότιμος
διότιπερ
Διοτρέφης
διοτρεφής
Διοτρόφος
διούγκιον
διουργέω
διουρέω
διουρητικός
διουρίζω
View word page
Διοτίμα
Diotima

ShortDef

Diotima

Debugging

Headword:
Διοτίμα
Headword (normalized):
διοτίμα
Headword (normalized/stripped):
διοτιμα
IDX:
23251
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-23252
Key:

Data

{'content': 'Diotima'}