Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

διόρυγμα
διορυκτρὶς
διόρυξις
διορύσσω
διορυχή
διορχέομαι
διόρωσις
δῖος
Δῖος
Δῖος2
διόσανθος
Διοσαταβυριασταί
διοσβάλανος
διόσδοτος
Διόσδοτος
διοσημειακός
διοσημία
διοσκέω
Διοσκόρειον
Διόσκοροι
διοσκουριασταί
View word page
διόσανθος
carnation, Dianthus inodorus

ShortDef

carnation, Dianthus inodorus

Debugging

Headword:
διόσανθος
Headword (normalized):
διόσανθος
Headword (normalized/stripped):
διοσανθος
IDX:
23234
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-23235
Key:

Data

{'content': 'carnation, Dianthus inodorus'}