Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

δίορος
διορόω
διόρυγμα
διορυκτρὶς
διόρυξις
διορύσσω
διορυχή
διορχέομαι
διόρωσις
δῖος
Δῖος
Δῖος2
διόσανθος
Διοσαταβυριασταί
διοσβάλανος
διόσδοτος
Διόσδοτος
διοσημειακός
διοσημία
διοσκέω
Διοσκόρειον
View word page
Δῖος
of Zeus

ShortDef

god-like, divine; (trag.) Δῖος ""of Zeus""
of Zeus
Macedonian month

Debugging

Headword:
Δῖος
Headword (normalized):
δῖος
Headword (normalized/stripped):
διος
IDX:
23232
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-23233
Key:

Data

{'content': 'of Zeus'}