Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

διορθρίζω
διόρθωμα
διόρθωσις
διορθωτέον
διορθωτέος
διορθωτής
διορθωτικός
διορίζω
διόρισις
διόρισμα
διορισμός
διοριστέον
διοριστικός
διορκίζω
διορκισμός
διορμάομαι
διόρνυμαι
διόρνυμι
δίορος
διορόω
διόρυγμα
View word page
διορισμός
division, distinction

ShortDef

division, distinction

Debugging

Headword:
διορισμός
Headword (normalized):
διορισμός
Headword (normalized/stripped):
διορισμος
IDX:
23214
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-23215
Key:

Data

{'content': 'division, distinction'}