Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

αἱρετέος
αἱρετής
αἱρετίζω
αἱρετικός
αἱρετίς
αἱρετιστής
αἱρετός
αἱρέω
αἱρησιτείχης
αἴρινος
αἰρολογέω
αἰρόπινον
ἄϊρος
αἴρω
αἰρώδης
αἶσα
Αἶσα
αἴσακος
αἰσάλων
Αἰσερνία
Αἴσηπος
View word page
αἰρολογέω
clear of darnel

ShortDef

clear of darnel

Debugging

Headword:
αἰρολογέω
Headword (normalized):
αἰρολογέω
Headword (normalized/stripped):
αιρολογεω
IDX:
2313
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-2314
Key:

Data

{'content': 'clear of darnel'}