Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

διολισθάνω
διολκή
δίολκος
διόλλυμι
διόλου
διομαλίζω
διομαλισμός
διομαλύνω
διομανής
διομβρέω
δίομβρος
Διομέδων
Διόμεια
Διομειαλαζών
Διομήδεια
Διομήδειος
Διομήδη
Διομήδης
διομηνία
διόμνυμι
διομολογέω
View word page
δίομβρος
wet through

ShortDef

wet through

Debugging

Headword:
δίομβρος
Headword (normalized):
δίομβρος
Headword (normalized/stripped):
διομβρος
IDX:
23136
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-23137
Key:

Data

{'content': 'wet through'}