Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

Διοκλῆς
διοκνέω
διοκωχή
διολισθάνω
διολκή
δίολκος
διόλλυμι
διόλου
διομαλίζω
διομαλισμός
διομαλύνω
διομανής
διομβρέω
δίομβρος
Διομέδων
Διόμεια
Διομειαλαζών
Διομήδεια
Διομήδειος
Διομήδη
Διομήδης
View word page
διομαλύνω
distribute evenly

ShortDef

distribute evenly

Debugging

Headword:
διομαλύνω
Headword (normalized):
διομαλύνω
Headword (normalized/stripped):
διομαλυνω
IDX:
23133
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-23134
Key:

Data

{'content': 'distribute evenly'}