Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
διοικοδομή
διοικοδόμησις
διοινόομαι
διοινοχοέω
δίοιξις
διοιστέον
διοιστέος
διοϊστεύω
διοιχνέω
διοίχομαι
Διοκλῆς
διοκνέω
διοκωχή
διολισθάνω
διολκή
δίολκος
διόλλυμι
διόλου
διομαλίζω
διομαλισμός
διομαλύνω
View word page
Διοκλῆς
Diocles
ShortDef
Diocles
Debugging
Headword:
Διοκλῆς
Headword (normalized):
διοκλῆς
Headword (normalized/stripped):
διοκλης
IDX:
23123
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-23124
Key:
Data
{'content': 'Diocles'}