Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

Διογένειον
διογενέτωρ
Διογενέτωρ
Διογένης
διογενής
διογενισμός
διογκόω
διογκύλλομαι
διόγκωσις
διόγνητος
Διόγνητος
διοδεία
διοδεύω
διοδία
διόδιον
διοδοιπορέω
δίοδος
Διόδοτος
διόδους
Διόδωρος
διοζόομαι
View word page
Διόγνητος
Diognetus

ShortDef

born of Zeus
Diognetus

Debugging

Headword:
Διόγνητος
Headword (normalized):
διόγνητος
Headword (normalized/stripped):
διογνητος
IDX:
23083
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-23084
Key:

Data

{'content': 'Diognetus'}