Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

δίμορφος
διμόρφωτος
δίμυξος
δινάκω
δινάω
Δινδυμήνη
δίνευμα
δινεύω
δινέω
δίνη
δινήεις
δίνημα
δίνησις
δινητός
δίνομον
δῖνος
δίνουμμον
δινόω
δίνω
δινώδης
δινωτός
View word page
δινήεις
whirling, eddying

ShortDef

whirling, eddying

Debugging

Headword:
δινήεις
Headword (normalized):
δινήεις
Headword (normalized/stripped):
δινηεις
IDX:
23053
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-23054
Key:

Data

{'content': 'whirling, eddying'}