Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

δίληπτος
διλιτραῖος
δίλιτρον
διλογέω
διλογία
δίλογος
δίλογχος
δίλοφος
διλοχία
διλοχίτης
δίμαλλος
διμάχαιρος
διμάχης
διμέδιμνον
δίμελος
διμερής
διμέτρητος
δίμετρος
διμέτωπος
διμηνία
διμηνιαῖος
View word page
δίμαλλος
with double fleece

ShortDef

with double fleece

Debugging

Headword:
δίμαλλος
Headword (normalized):
δίμαλλος
Headword (normalized/stripped):
διμαλλος
IDX:
23020
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-23021
Key:

Data

{'content': 'with double fleece'}