Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

διλέκιθος
διλήκυθον
δίλημμα
διλήμματος
διλήμνιον
δίληπτος
διλιτραῖος
δίλιτρον
διλογέω
διλογία
δίλογος
δίλογχος
δίλοφος
διλοχία
διλοχίτης
δίμαλλος
διμάχαιρος
διμάχης
διμέδιμνον
δίμελος
διμερής
View word page
δίλογος
double-tongued, doubtful

ShortDef

double-tongued, doubtful

Debugging

Headword:
δίλογος
Headword (normalized):
δίλογος
Headword (normalized/stripped):
διλογος
IDX:
23015
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-23016
Key:

Data

{'content': 'double-tongued, doubtful'}