Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

δίκυκλος
δίκυμος
δίκυρτος
δικωλία
δίκωλος
δικωπέω
δικωπία
δίκωπος
δίλασσον
διλέκιθος
διλήκυθον
δίλημμα
διλήμματος
διλήμνιον
δίληπτος
διλιτραῖος
δίλιτρον
διλογέω
διλογία
δίλογος
δίλογχος
View word page
διλήκυθον
double

ShortDef

double

Debugging

Headword:
διλήκυθον
Headword (normalized):
διλήκυθον
Headword (normalized/stripped):
διληκυθον
IDX:
23006
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-23007
Key:

Data

{'content': 'double'}