Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
αἰπυμήτης
αἰπύνωτος
αἰπυπλανής
αἰπύς
Αἰπύτιος
Αἴπυτος
αἶρα
αἱρέσια
αἱρεσιαρχέω
αἱρεσιάρχης
αἱρέσιμος
αἱρεσιομάχος
αἵρεσις
αἱρεσιώτης
αἱρετέος
αἱρετής
αἱρετίζω
αἱρετικός
αἱρετίς
αἱρετιστής
αἱρετός
View word page
αἱρέσιμος
that can be taken
ShortDef
that can be taken
Debugging
Headword:
αἱρέσιμος
Headword (normalized):
αἱρέσιμος
Headword (normalized/stripped):
αιρεσιμος
IDX:
2299
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-2300
Key:
Data
{'content': 'that can be taken'}