Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

δίκρουνος
Δικταῖος
δικταμνίτης
δικταμνοειδές
δίκταμνον
δικτατορία
δικτάτωρ
δικτυαγωγός
δικτυαρχέω
δικτυβολέω
δικτυβόλος
δικτυεία
δικτυεύς
Δίκτυννα
δικτυοειδής
δικτυοθήρας
δικτυοθηρευτική
δικτυόκλωστος
δίκτυον
δικτυόομαι
δικτυοπλόκος
View word page
δικτυβόλος
a fisherman

ShortDef

a fisherman

Debugging

Headword:
δικτυβόλος
Headword (normalized):
δικτυβόλος
Headword (normalized/stripped):
δικτυβολος
IDX:
22981
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-22982
Key:

Data

{'content': 'a fisherman'}