Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

δικοτύλιον
δικότυλος
δικραιόομαι
δίκραιος
δικραιότης
δίκραιρος
δικρανίζω
δίκρανον
δίκρανος
δικρανοφόρος
δικρατής
δίκρεας
δίκροος
δίκρος
δικρόσσιον
δίκροσσος
δικροτίζω
δίκροτος
δίκρουνος
Δικταῖος
δικταμνίτης
View word page
δικρατής
co-mate in power

ShortDef

co-mate in power

Debugging

Headword:
δικρατής
Headword (normalized):
δικρατής
Headword (normalized/stripped):
δικρατης
IDX:
22963
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-22964
Key:

Data

{'content': 'co-mate in power'}