Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

δικορίασις
δίκορμος
δίκορος
δικορραφέω
δικορραφία
δικορράφος
δίκορσος
δικόρυμβος
δικόρυφος
δικοτέχνης
δικοτύλιον
δικότυλος
δικραιόομαι
δίκραιος
δικραιότης
δίκραιρος
δικρανίζω
δίκρανον
δίκρανος
δικρανοφόρος
δικρατής
View word page
δικοτύλιον
measure of two

ShortDef

measure of two

Debugging

Headword:
δικοτύλιον
Headword (normalized):
δικοτύλιον
Headword (normalized/stripped):
δικοτυλιον
IDX:
22953
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-22954
Key:

Data

{'content': 'measure of two'}