Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
δίκελλα
δικελλίτης
δικέντητον
δίκεντρος
δικέντρων
δικέραιος
δίκερας
δικέρατος
δίκερκος
δίκερως
δικέφαλος
δικέω
δίκη
δικήγορος
δίκηλος
δίκησις
δικηφόρος
δικίδιον
δίκληρος
δικλίς
δικογραφία
View word page
δικέφαλος
two-headed
ShortDef
two-headed
Debugging
Headword:
δικέφαλος
Headword (normalized):
δικέφαλος
Headword (normalized/stripped):
δικεφαλος
IDX:
22918
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-22919
Key:
Data
{'content': 'two-headed'}