Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

δικασκόποι
δικασμός
δικασπολέω
δικασπολία
δικασπόλος
δικασταγωγός
δικαστεία
δικαστέον
δικαστηριακός
δικαστηρίδιον
δικαστήριον
δικαστής
δικαστικός
δικαστοφιλακέω
δικάστρια
δικαστύς
δικατάληκτος
δικαυλέω
δικεῖν
δίκελλα
δικελλίτης
View word page
δικαστήριον
a court of justice

ShortDef

a court of justice

Debugging

Headword:
δικαστήριον
Headword (normalized):
δικαστήριον
Headword (normalized/stripped):
δικαστηριον
IDX:
22899
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-22900
Key:

Data

{'content': 'a court of justice'}