Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

δικαιοφανής
δικαιόω
δίκαιρον
δικαίωμα
δικαίωσις
δικαιωτήριον
δικαιωτής
δικαμπής
δικαμπίας
δικανικός
δικάρδιος
δικάρηνος
δικαρπέω
δίκαρπος
δικασία
δικάσιμος
δίκασις
δικασκόποι
δικασμός
δικασπολέω
δικασπολία
View word page
δικάρδιος
with two hearts

ShortDef

with two hearts

Debugging

Headword:
δικάρδιος
Headword (normalized):
δικάρδιος
Headword (normalized/stripped):
δικαρδιος
IDX:
22882
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-22883
Key:

Data

{'content': 'with two hearts'}