Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

δικαιοδότης
δικαιοκρισία
δικαιοκρίτης
δικαιολογέομαι
δικαιολόγητον
δικαιολογία
δικαιολογικός
δικαιολόγος
δικαιόμετρον
δικαιονόμος
δικαιοποιέω
Δικαιόπολις
δικαιόπολις
δικαιοπραγέω
δικαιοπράγημα
δικαιοπραγής
δικαιοπραγητέον
δικαιοπραγία
δικαιοπραγμοσύνη
δίκαιος
δικαιοσύνη
View word page
δικαιοποιέω
act honestly

ShortDef

act honestly

Debugging

Headword:
δικαιοποιέω
Headword (normalized):
δικαιοποιέω
Headword (normalized/stripped):
δικαιοποιεω
IDX:
22859
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-22860
Key:

Data

{'content': 'act honestly'}