Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

διΐφιλος
διϊχνεύω
δίκα
δικαδία
δικάζω
δικαιάδικος
Δικαίαρχος
δικαϊκός
Δικαιογένης
δικαιοδοσία
δικαιοδοτέω
δικαιοδότης
δικαιοκρισία
δικαιοκρίτης
δικαιολογέομαι
δικαιολόγητον
δικαιολογία
δικαιολογικός
δικαιολόγος
δικαιόμετρον
δικαιονόμος
View word page
δικαιοδοτέω
administer justice

ShortDef

administer justice

Debugging

Headword:
δικαιοδοτέω
Headword (normalized):
δικαιοδοτέω
Headword (normalized/stripped):
δικαιοδοτεω
IDX:
22848
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-22849
Key:

Data

{'content': 'administer justice'}