Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

αἰονάω
αἰόνημα
αἰόνησις
Αἴπεια
αἰπεινός
αἰπήεις
αἰπολέω
αἰπολικός
αἰπόλιον
αἰπόλος
αἶπος
αἰπός
Αἰπύ
Αἶπυ
αἰπύδμητος
αἰπύλοφος
αἰπυμήτης
αἰπύνωτος
αἰπυπλανής
αἰπύς
Αἰπύτιος
View word page
αἶπος
a height, a steep

ShortDef

a height, a steep

Debugging

Headword:
αἶπος
Headword (normalized):
αἶπος
Headword (normalized/stripped):
αιπος
IDX:
2283
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-2284
Key:

Data

{'content': 'a height, a steep'}