Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

διϊππεύω
διϊσθμίζω
διϊστέον
διιστέος
διΐστημι
διϊστορέω
διϊσχάνω
διϊσχναίνω
διϊσχυριείω
διϊσχυρίζομαι
διϊσχυριστέον
Διισωτήρια
διϊτέον
διιτέος
διϊτικός
διΐφιλος
διϊχνεύω
δίκα
δικαδία
δικάζω
δικαιάδικος
View word page
διϊσχυριστέον
one must affirm

ShortDef

one must affirm

Debugging

Headword:
διϊσχυριστέον
Headword (normalized):
διϊσχυριστέον
Headword (normalized/stripped):
διισχυριστεον
IDX:
22833
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-22834
Key:

Data

{'content': 'one must affirm'}