Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
δίθροος
διθυμία
δίθυμος
διθυραμβέω
διθυραμβικός
διθυραμβογενής
διθυραμβογράφος
διθυραμβοδιδάσκαλος
διθυραμβοποιητική
διθυραμβοποιός
διθύραμβος
διθυραμβοχώνα
διθυραμβώδης
δίθυρος
δίθυρσον
διίαμβος
δίϊδρος
διϊδρόω
διΐημι
διιθύνω
διϊκμάζω
View word page
διθύραμβος
the dithyramb
ShortDef
the dithyramb
Debugging
Headword:
διθύραμβος
Headword (normalized):
διθύραμβος
Headword (normalized/stripped):
διθυραμβος
IDX:
22804
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-22805
Key:
Data
{'content': 'the dithyramb'}