Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
αἰολοπτέρυξ
αἰολόπωλος
Αἴολος
αἰόλος
αἰολόστομος
αἰολόφοιτος
αἰολόφυλος
αἰολόφωνος
αἰολοχαίτης
αἰολόχρως
αἰονάω
αἰόνημα
αἰόνησις
Αἴπεια
αἰπεινός
αἰπήεις
αἰπολέω
αἰπολικός
αἰπόλιον
αἰπόλος
αἶπος
View word page
αἰονάω
moisten, foment
ShortDef
moisten, foment
Debugging
Headword:
αἰονάω
Headword (normalized):
αἰονάω
Headword (normalized/stripped):
αιοναω
IDX:
2273
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-2274
Key:
Data
{'content': 'moisten, foment'}