Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
διετίζω
διευεργετέω
διευημερέω
διευθετέω
διευθέτησις
διευθηνέω
διευθυδρομέω
διευθυντήρ
διευθύνω
διευκρινέω
διευκρινημένως
διευκρινής
διευκρίνησις
διευλαβέομαι
διευλαβητέον
διευλαβητέος
διευλυτέω
διευλύτησις
διευλυτόω
διευλύτωσις
διευνάω
View word page
διευκρινημένως
distinctly
ShortDef
distinctly
Debugging
Headword:
διευκρινημένως
Headword (normalized):
διευκρινημένως
Headword (normalized/stripped):
διευκρινημενως
IDX:
22716
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-22717
Key:
Data
{'content': 'distinctly'}