Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

διεσπαρμένως
διεσπασμένως
διεσπουδασμένως
διεστραμμένως
διεσφαλμένως
διετηρίς
διετής
διετήσιος
διετία
διετίζω
διευεργετέω
διευημερέω
διευθετέω
διευθέτησις
διευθηνέω
διευθυδρομέω
διευθυντήρ
διευθύνω
διευκρινέω
διευκρινημένως
διευκρινής
View word page
διευεργετέω
to be a firm friend to

ShortDef

to be a firm friend to

Debugging

Headword:
διευεργετέω
Headword (normalized):
διευεργετέω
Headword (normalized/stripped):
διευεργετεω
IDX:
22707
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-22708
Key:

Data

{'content': 'to be a firm friend to'}