Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

διερύκω
διέρχομαι
διερῶ
διερωτάω
διερωτητέον
διεσθίω
διεσιαῖος
δίεσις
διεσκεμμένως
διεσμιλευμένως
διεσπαρμένως
διεσπασμένως
διεσπουδασμένως
διεστραμμένως
διεσφαλμένως
διετηρίς
διετής
διετήσιος
διετία
διετίζω
διευεργετέω
View word page
διεσπαρμένως
in a disjointed manner

ShortDef

in a disjointed manner

Debugging

Headword:
διεσπαρμένως
Headword (normalized):
διεσπαρμένως
Headword (normalized/stripped):
διεσπαρμενως
IDX:
22697
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-22698
Key:

Data

{'content': 'in a disjointed manner'}