Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
διερριμμένως
δίερσις
διέρυθρος
διερύκω
διέρχομαι
διερῶ
διερωτάω
διερωτητέον
διεσθίω
διεσιαῖος
δίεσις
διεσκεμμένως
διεσμιλευμένως
διεσπαρμένως
διεσπασμένως
διεσπουδασμένως
διεστραμμένως
διεσφαλμένως
διετηρίς
διετής
διετήσιος
View word page
δίεσις
sending through, discharge
ShortDef
sending through, discharge
Debugging
Headword:
δίεσις
Headword (normalized):
δίεσις
Headword (normalized/stripped):
διεσις
IDX:
22694
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-22695
Key:
Data
{'content': 'sending through, discharge'}