Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

διεξελαύνω
διεξελέγχω
διεξελίσσω
διεξεργάζομαι
διεξερέομαι
διεξερευνάω
διεξέρπω
διεξερύγησις
διεξέρχομαι
διεξίημι
διεξικνέομαι
διεξιππάζομαι
διεξιτέον
διεξιχνεύω
διεξοδευτικός
διεξοδεύω
διεξοδικός
διέξοδος
διεξοίγνυμι
διεξοιδάω
διεξυφαίνω
View word page
διεξικνέομαι
arrive at

ShortDef

arrive at

Debugging

Headword:
διεξικνέομαι
Headword (normalized):
διεξικνέομαι
Headword (normalized/stripped):
διεξικνεομαι
IDX:
22636
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-22637
Key:

Data

{'content': 'arrive at'}