Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
διεξανθίζω
διεξανίσταμαι
διεξανύω
διεξαρκέω
διεξαρτάομαι
διέξειμι
διεξελαύνω
διεξελέγχω
διεξελίσσω
διεξεργάζομαι
διεξερέομαι
διεξερευνάω
διεξέρπω
διεξερύγησις
διεξέρχομαι
διεξίημι
διεξικνέομαι
διεξιππάζομαι
διεξιτέον
διεξιχνεύω
διεξοδευτικός
View word page
διεξερέομαι
to learn by close questioning
ShortDef
to learn by close questioning
Debugging
Headword:
διεξερέομαι
Headword (normalized):
διεξερέομαι
Headword (normalized/stripped):
διεξερεομαι
IDX:
22630
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-22631
Key:
Data
{'content': 'to learn by close questioning'}