Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

διενεκτέος
διενθυμέομαι
διενιαυτίζω
διενίημι
δίενος
διενοχλέω
διεντέρευμα
διεξάγω
διεξαγωγή
διεξαγωγός
διεξαΐσσω
διεξαμείβομαι
διεξάνθημα
διεξανθίζω
διεξανίσταμαι
διεξανύω
διεξαρκέω
διεξαρτάομαι
διέξειμι
διεξελαύνω
διεξελέγχω
View word page
διεξαΐσσω
rush forth

ShortDef

rush forth

Debugging

Headword:
διεξαΐσσω
Headword (normalized):
διεξαΐσσω
Headword (normalized/stripped):
διεξαισσω
IDX:
22617
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-22618
Key:

Data

{'content': 'rush forth'}