Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

διέκπαυσις
διεκπεραίνω
διεκπεραιόομαι
διεκπεράω
διεκπηδάω
διεκπίπτω
διεκπλέω
διέκπλοος
διεκπνέω
διεκπνοή
διεκπονέω
διεκπορεύομαι
διεκπτύω
διέκπτωσις
διεκρέω
διέκροος
διεκσεύω
διεκτείνω
διεκτελέω
διεκτέλλω
διεκτέμνω
View word page
διεκπονέω
work out, calculate

ShortDef

work out, calculate

Debugging

Headword:
διεκπονέω
Headword (normalized):
διεκπονέω
Headword (normalized/stripped):
διεκπονεω
IDX:
22565
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-22566
Key:

Data

{'content': 'work out, calculate'}