Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
διεκμυζάω
διεκνέομαι
διεκπαίω
διέκπαυσις
διεκπεραίνω
διεκπεραιόομαι
διεκπεράω
διεκπηδάω
διεκπίπτω
διεκπλέω
διέκπλοος
διεκπνέω
διεκπνοή
διεκπονέω
διεκπορεύομαι
διεκπτύω
διέκπτωσις
διεκρέω
διέκροος
διεκσεύω
διεκτείνω
View word page
διέκπλοος
a sailing across
ShortDef
a sailing across
Debugging
Headword:
διέκπλοος
Headword (normalized):
διέκπλοος
Headword (normalized/stripped):
διεκπλοος
IDX:
22562
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-22563
Key:
Data
{'content': 'a sailing across'}