Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

διεκμηρύομαι
διεκμυζάω
διεκνέομαι
διεκπαίω
διέκπαυσις
διεκπεραίνω
διεκπεραιόομαι
διεκπεράω
διεκπηδάω
διεκπίπτω
διεκπλέω
διέκπλοος
διεκπνέω
διεκπνοή
διεκπονέω
διεκπορεύομαι
διεκπτύω
διέκπτωσις
διεκρέω
διέκροος
διεκσεύω
View word page
διεκπλέω
to sail out through

ShortDef

to sail out through

Debugging

Headword:
διεκπλέω
Headword (normalized):
διεκπλέω
Headword (normalized/stripped):
διεκπλεω
IDX:
22561
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-22562
Key:

Data

{'content': 'to sail out through'}