Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
διειρωνόξενος
διεισδύνω
διείσδυσις
διεισέρχομαι
διέκ
διεκβαίνω
διεκβάλλω
διεκβλητέον
διεκβολή
διεκβόλιον
διεκδικέω
διεκδικητής
διεκδρομή
διεκδύομαι
διέκδυσις
διεκθέω
διεκθρώσκω
διεκκύπτω
διεκλαμβάνω
διεκλάμπω
διεκλανθάνομαι
View word page
διεκδικέω
claim
ShortDef
claim
Debugging
Headword:
διεκδικέω
Headword (normalized):
διεκδικέω
Headword (normalized/stripped):
διεκδικεω
IDX:
22539
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-22540
Key:
Data
{'content': 'claim'}