Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

διεγερτικός
διέδην
διεδρεία
διέδριον
δίεδρος
διεζευγμένως
διεθίζω
διειδής
διεῖδον
διεικάζομαι
διειλέω
διειλημμένως
διειλύομαι
δίειμι
διεῖπον
διειργασμένως
διείργω
διείρομαι
διειρύω
διείρω
διειρωνόξενος
View word page
διειλέω
unroll

ShortDef

unroll

Debugging

Headword:
διειλέω
Headword (normalized):
διειλέω
Headword (normalized/stripped):
διειλεω
IDX:
22519
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-22520
Key:

Data

{'content': 'unroll'}